Terms and text shown below represent Dimitrios’ contributions to TermWiki.com, a free terminology website and knowledge resource for the translation community.
An offensive marketing strategy seeks to take market share away from rivals. This strategy attacks the market by targeting the weaknesses of the competition and emphasizing the company's strengths in comparison.
Η επιθετική στρατηγική μάρκετινγκ έχει ως στόχο να αποσπάσει το μερίδιο αγοράς από τους ανταγωνιστές. Η εν λόγω στρατηγική επιτίθεται στην αγορά στοχεύοντας τις αδυναμίες του ανταγωνισμού και δίνοντας έμφαση στα δυνατά σημεία της επιχείρησης σε σύγκριση με ...
The do's and don'ts of online advertising behavior. For example, typing in all CAPITALS is considered shouting and thus not good netiquette.
Τα πρέπει και δεν πρέπει της συμπεριφοράς της online διαφήμισης. Για παράδειγμα, η πληκτρολόγηση με ΚΕΦΑΛΑΙΑ θεωρείται κραυγή και συνεπώς δεν αποτελεί καλή διαδικτυακή συμπεριφορά. ...
A Canadian management theorist (1939–), best known for his empirical observations of managers at work, highlighting the differences between what they are supposed to do, or what they think they do and what they actually do.
Καναδός θεωρητικός του μάνατζμεντ (1939–), γνωστός για την εμπειρική του παρατήρηση στους μάνατζερ στο χώρο εργασίας, με ιδιαίτερη έμφαση στις διαφορές ανάμεσα στο τι πρέπει να κάνουν, το τι νομίζουν ότι κάνουν και το τι κάνουν στην πραγματικότητα. ...
Word-of-mouth marketing (WOMM), also called word of mouth advertising, is an unpaid form of promotion—oral or written[1]—in which satisfied customers tell other people how much they like a business, product, service, or event. Word-of-mouth is one of the most ...
To word-of-mouth μάρκετινγκ (WOMM), το οποίο λέγεται επίσης και διαφήμιση word of mouth, είναι μια δωρεάν μορφή προώθησης—προφορική ή γραπτή[1]—κατά την οποία ικανοποιημένοι πελάτες λένε σε άλλους ανθρώπους πόσο πολύ τους άρεσε μια επιχείρηση, ένα προϊόν, μια ...
A business organization, usually comprising a group of companies, with diverse and often unrelated financial interests but sometimes trading under the one name.
Επιχειρηματικός οργανισμός, ο οποίος συνήθως αποτελείται από ομάδα εταιρειών, με διαφορετικά και συχνά άσχετα οικονομικά συμφέροντα οι οποίες όμως ορισμένες φορές λειτουργούν με κοινή ...
A model created by Michael E Porter and used to analyze the five forces that affect a business: buyers, suppliers, substitutes, new entrants and rivals.
Μοντέλο που ανέπτυξε ο Michael E. Porter και χρησιμοποιείται στην ανάλυση των πέντε δυνάμεων οι οποίες επηρεάζουν μια επιχείρηση: της διαπραγματευτικής δύναμης των αγοραστών, της διαπραγματευτικής δύναμης των προμηθευτών, της απειλής από υποκατάστατα προϊόντα ...
A business strategy which seeks competitive advantage by being first into a new market. See firstmover advantage.
Επιχειρησιακή στρατηγική που στοχεύει στην απόκτηση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος μιας επιχείρησης με την είσοδό της ως πρώτη σε μια νέα αγορά. Βλέπε πλεονέκτημα πρωτοπόρου. ...
The process of dissemination of information to establish shared meaning between the sender and the receiver.
Η διαδικασία της διάδοσης πληροφοριών για τη δημιουργία κοινού νοήματος μεταξύ του αποστολέα και του παραλήπτη.
The method of remunerating advertising agencies by means of a payment directly from the media – traditionally set at 15 per cent of the advertising expenditure.
Η μέθοδος της αμοιβής των διαφημιστικών πρακτορείων μέσω πληρωμής απευθείας από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης - παραδοσιακά ορίζεται σε ποσοστό 15 τοις εκατό επί των δαπανών διαφήμισης. ...
A web site or advertisement's standing in comparison to other web sites or advertisements. Rank provides advertisers with information on performance comparisons and is often used in the calculations of online advertising costs.
Η θέση μιας ιστοσελίδας ή μιας διαφήμισης σε σύγκριση με άλλες ιστοσελίδες ή διαφημίσεις Η βαθμολογία προσφέρει στους διαφημιστές πληροφορίες σχετικές με τις συγκρίσεις απόδοσης και χρησιμοποιείται συχνά στους υπολογισμούς κόστους της online διαφήμισης. ...