Terms and text shown below represent Dimitrios’ contributions to TermWiki.com, a free terminology website and knowledge resource for the translation community.
The process by which the tools of marketing communications are used in combination to reinforce each other.
Η διαδικασία μέσω της οποίας τα εργαλεία της επικοινωνίας μάρκετινγκ χρησιμοποιούνται συνδυαστικά ώστε να ενισχύσουν το ένα το άλλο.
Black Twitter is a cultural identity[1] on the Twitter social network focused on issues of interest to the black community, particularly in the United States. Feminista Jones described it in Salon as "a collective of active, primarily ...
To Black Twitter είναι η πολιτισμική ταυτότητα[1] μιας ομάδας χρηστών στο κοινωνικό δίκτυο Twitter η οποία επικεντρώνεται σε θέματα ενδιαφέροντος για την μαύρη κοινότητα, ιδιαίτερα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Η Feminista Jones το περιέγραψε στην ενημερωτική ...
A calculation of the number of times a target audience is exposed to an advertising message during a given period.
Ο υπολογισμός του αριθμού των εκθέσεων ενός κοινού-στόχου σε ένα διαφημιστικό μήνυμα κατά τη διάρκεια μιας συγκεκριμένης περιόδου.
Harrison Ford (born July 13, 1942) is an American actor. He gained worldwide fame for his starring roles as archaeological adventurer Indiana Jones in “Raiders of the Lost Ark” and its sequels, and as the space hero Hans Solo in the original “Star Wars” ...
O Harrison Ford (ημερ/νία γέννησης: 13 Ιουλίου 1942) είναι Αμερικανός ηθοποιός. Έγινε διάσημος παγκοσμίως για τους πρωταγωνιστικούς ρόλους του ως ο τυχοδιώκτης αρχαιολόγος Indiana Jones στην ταινία «Οι Κυνηγοί της Χαμένης Κιβωτού» και τα sequels της, και ως ο ...
A model created by Michael E Porter and used to analyze the five forces that affect a business: buyers, suppliers, substitutes, new entrants and rivals.
Μοντέλο που ανέπτυξε ο Michael E. Porter και χρησιμοποιείται στην ανάλυση των πέντε δυνάμεων οι οποίες επηρεάζουν μια επιχείρηση: της διαπραγματευτικής δύναμης των αγοραστών, της διαπραγματευτικής δύναμης των προμηθευτών, της απειλής από υποκατάστατα προϊόντα ...
Word-of-mouth marketing (WOMM), also called word of mouth advertising, is an unpaid form of promotion—oral or written[1]—in which satisfied customers tell other people how much they like a business, product, service, or event. Word-of-mouth is one of the most ...
To word-of-mouth μάρκετινγκ (WOMM), το οποίο λέγεται επίσης και διαφήμιση word of mouth, είναι μια δωρεάν μορφή προώθησης—προφορική ή γραπτή[1]—κατά την οποία ικανοποιημένοι πελάτες λένε σε άλλους ανθρώπους πόσο πολύ τους άρεσε μια επιχείρηση, ένα προϊόν, μια ...
A Canadian management theorist (1939–), best known for his empirical observations of managers at work, highlighting the differences between what they are supposed to do, or what they think they do and what they actually do.
Καναδός θεωρητικός του μάνατζμεντ (1939–), γνωστός για την εμπειρική του παρατήρηση στους μάνατζερ στο χώρο εργασίας, με ιδιαίτερη έμφαση στις διαφορές ανάμεσα στο τι πρέπει να κάνουν, το τι νομίζουν ότι κάνουν και το τι κάνουν στην πραγματικότητα. ...
The do's and don'ts of online advertising behavior. For example, typing in all CAPITALS is considered shouting and thus not good netiquette.
Τα πρέπει και δεν πρέπει της συμπεριφοράς της online διαφήμισης. Για παράδειγμα, η πληκτρολόγηση με ΚΕΦΑΛΑΙΑ θεωρείται κραυγή και συνεπώς δεν αποτελεί καλή διαδικτυακή συμπεριφορά. ...
The ways in which a market for any product or service can bedefined or segmented.
Οι τρόποι με τους οποίους ορίζονται τα όρια ή ο κερματισμός μιας αγοράς για οποιοδήποτε προϊόν ή υπηρεσία.
A concept whereby companies integrate economic, social and environmental concerns in their business operations and in their interaction with their stakeholders on a voluntary basis.
Μια ιδέα σύμφωνα με την οποία οι εταιρείες ενσωματώνουν τις οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές ανησυχίες στις επιχειρηματικές τους δραστηριότητες και στις επαφές τους με άλλα ενδιαφερόμενα μέρη σε εθελοντική ...