Terms and text shown below represent mavrameli’s contributions to TermWiki.com, a free terminology website and knowledge resource for the translation community.
The process of creating a persistent link between two Bluetooth devices, which may involve the exchange of a passkey between two devices. This only occurs once; future connections between the devices are authenticated automatically.
Η διαδικασία δημιουργίας ενός μόνιμου συνδέσμου μεταξύ δύο συσκευών bluetooth, η οποία μπορεί να περιαμβάνει την ανταλλαγή ενός κλειδιού πρόσβασης μεταξύ των δύο συσκευών. Αυτό συμβαίνει μόνο μία φορά. Στις μελλοντικές συνδέσεις μεταξύ των δυο συσκευών η ...
Religious painting traditional among many Eastern Christians. Christian iconography expresses in images the same Gospel message that Scripture communicates by words (1160).
Πίνακας θρησκευτικού περιεχομένου που αποτελεί παράδοση για πολλούς Χριστιανούς της Ανατολής. Η χριστιανική εικονογραφία εκφράζει σε εικόνες το ίδιο ευαγγέλιο μήνυμα που στέλνουν οι Γραφές μέσω των λέξεων ...
The mechanism that requests and receives a device name.
Ο μηχανισμός που ζητά και λαμβάνει το όνομα μίας συσκευής
The day a newly registered security can be offered for sale.
Η ημέρα κατά την οποία προσφέρεται προς πώληση ένας νεοεκδοθείς τίτλος.
A computerised telecommunications device that provides the clients of a financial institution with access to financial transactions in a public space without the need for a cashier, human clerk or bank teller.
Ηλεκτρονική συσκευή που δίνει στους πελάτες ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος πρόσβαση στις χρηματοοικονομικές τους συναλλαγές σε δημόσιο χώρο χωρίς τη βοήθεια κάποιου υπαλλήλου της ...
The authentication key used to establish a link between devices. A passkey is similar to a password, but the passkey is only used once you enter the passkey once and won’t need to remember it.
Το κλειδί επαλήθευσης που χρησιμοποιείται για την ολοκλήρωση της σύνδεσης μεταξύ συσκευών. Ένα κλειδί πρόσβασης είναι παρόμοιο με τον κωδικό πρόσβασης, με τη διαφορά ότι το κλειδί πρόσβασης χρησιμοποιείται μόνο μία φορά χωρίς να χρειάζεται να το θυμάστε ...
The amount of money or securities, out of net profits, distributed to the company's shareholders.
Το ποσό των χρημάτων ή αξιών, πέραν του καθαρού κέρδους, που μοιράζεται στους μετόχους μιας εταιρίας.
A government agency that regulates and supervises the securities industry. The commission adminsters federal laws, formulates and enforces rules to protect against malpractice, and seeks to ensure that companies provide the fullest possible disclosure to ...
Κυβερνητική υπηρεσία που ρυθμίζει και επιτηρεί τη βιομηχανία αξιών. Η επιτροπή διαχειρίζεται ομοσπονδιακούς νόμους, ορίζει και επιβάλλει κανόνες ενάντια στις παραβιάσεις και έχει ως στόχο να εξασφαλίσει την μέγιστη κατά το δυνατόν κοινολόγηση στους επενδυτές ...
A computerised telecommunications device that provides the clients of a financial institution with access to financial transactions in a public space without the need for a cashier, human clerk or bank teller.
Ηλεκτρονική συσκευή που δίνει στους πελάτες ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος πρόσβαση στις χρηματοοικονομικές τους συναλλαγές σε δημόσιο χώρο χωρίς τη βοήθεια κάποιου υπαλλήλου της ...
A process of verifying all information about a company including but not limited to financials, management, market share and risks.
Η διαδικασία εξακρίβωσης όλων των πληροφοριών σχετικά με μία εταιρία, η οποία περιλαμβάνει, χωρίς να περιορίζεται σε αυτά, τα οικονομικά, τη διαχείριση, το μερίδιο αγοράς και τους κινδύνους. ...