Terms and text shown below represent Niki’s contributions to TermWiki.com, a free terminology website and knowledge resource for the translation community.
A cosmetic powder applied to the face to set a foundation after application.
Καλλυντική πούδρα που εφαρμόζεται στι πρόσωπο ως βάση μετα την εφαρμογή.
A state of abnormally elevated or irritable mood, arousal, and/ or energy levels
Μια κατάσταση ασυνήθιστα ανεβασμένης ή ευερέθιστης διάθεσης, διέγερσης και/ή επιπέδων ενέργειας
A sandwich is made up of one or more slices of bread with nutritious filling between them. Any kind of bread,cream or loaf bread, rolls and buns will make a good sandwich. The filling may be slices of cold meat, chopped meat, eggs, chicken, ham and cheese ...
Το σάντουιτς αποτελείται απο μί ή περισσότερες φέτες ψωμιού με θρεπτική γέμιση ανάμεσά τους. Οποιοδήποτε είδος ψωμιού, κρέμας ή ψωμί του τοστ, φραντζολάκι ή κουλουράκι θα κάνουν ένα καλό σάντουιτς. Η γέμιση μπορεί να είναι φέτες από κρύο κρέας, κομμένο κρέας, ...
A skin coloured cosmetic applied to the face to create an even, uniform colour to the complexion, to cover flaws, and, sometimes, to change the natural skintone.
Καλλυντικό χρωματισμού δέρματος που εφαρμόζεται στο πρόσωπο για να δημιουργήσει ένα ομοιόμορφο, ενιαίο χρώμα στην επιδερμίδα, για να καλύψει ατέλειες και, μερικές φορές, για να αλλάξει τον φυσικό τόνο του ...
A cosmetic commonly used to enhance the eyes. It may darken, thicken, lengthen, and/or define the eyelashes.
Καλλυντικό που χρησιμοποιείται συνήθως για να ενισχύσει τα μάτια. Μπορεί να κάνει πιο σκούρες, πιο παχές, πιο μακριές τις βλεφαρίδες, και/ή να τους δώσει ...
An organism's ability to store, retain, and recall information and experiences
Η ικανότητα ενός οργανισμού να αποθηκεύει, να συγκρατεί και να ανακαλεί πλξροφορίες και εμπειρίες
The ability of forming mental images, sensations and concepts, in a moment when they are not perceived through sight, hearing or other senses
Η ικανότητα του σχηματισμού πνευματικών εικόνων, αισθήσεων και ιδεών, σε μια στιγμή που δεν γίνονται αντιληπτά μέσα από την όραση, την ακοή ή τις άλλες ...
Also called lip pencil, a cosmetic tool to shape the lips. It used to fill uneven areas on the outer edges of the lips after applying lipstick, and also used to outline the lips, keeping lipstick inside the lip area.
Επίσης ονομάζεται και μολύβι χειλιών, ένα καλλυντικό εργαλείο για σχηματισμό των χειλιών. Συνήθως γέμιζε ανομοιόμορφες περιοχές στις εξωτερικές άκρες των χειλιών μετ΄την εφαρμογή του κραγιόν, και για περίγραμμα των χειλιών, διατηρώντας το κραγιόν στην ...
A cosmetic that is used to color the lips, containing pigments, oils, waxes and emollients.
Καλλυντικό που χρησιμοποιείται για να χρωματίζει τα χείλια, περιέχοντας χρωστικές βαφές, έλαια, κεριά και ενυδατικό επιδερμίδας.
A method of semi-permanent hair removal which removes the hair from the root. Almost any area of the body can be waxed, including eyebrows, face, bikini area, legs, arms, back, abdomen and feet
Μια μέθοδος ημι-μόνιμης αφαίρεσης τριχών που αφαιρεί τις τρίχες από τη ρίζα. Σχεδόν οποιαδήποτε περιοχή του σώματος μπορεί να αποτριχωθεί με κερί, περιλαμβανομένων των βλεφάρων, του προσώπου, της περιοχής του μπικίνι, των ποδιών, χεριών, πλάτης, κοιλιάς και ...