Terms and text shown below represent Athena23’s contributions to TermWiki.com, a free terminology website and knowledge resource for the translation community.
tremor that is characterized by involuntary rhythmic shaking of the limbs or other parts of the body, and is the only symptom of essential tremor and one of four major symptoms of parkinson’s disease
Τρόμος που χαρακτηρίζεται από ακούσιο ρυθμικό τρέμουλο των άκρων ή άλλων μερών του σώματος. Είναι το μόνο σύμπτωμα ιδιοπαθή τρόμου και ένα από τα τέσσερα κύρια συμπτώματα της ασθένειας ...
the state of not being able to perform telemetry - telemetry failed
Η κατάσταση κατά την οποία δεν είναι δυνατή η τηλεμετρία- αποτυχία τηλεμετρίας
the application of an electromotive potential in order to evoke an electrochemical (nervous) response
Η εφαρμογή ενός ηλεκτροκινητικού δυναμικού έτσι ώστε να ανακαλεστεί μία ηλεκτροχημική (νευρική) απόκριση
a lead with eight contact points used in stimulation placed on a paddle-shaped molded piece of silicone rubber
Αναδευτής με οκτώ σημεία επαφής που χρησιμοποιείται στην διέγερση, τοποθετημένο σε ένα κομμάτι από καουτσούκτο οποίο έχει μορφή πτερυγίου
experimental and controversial surgical procedure involving the implantation of fetal brain cells into the brain of a parkinson’s patient; goal is to enhance or restore dopamine production by spurring growth of new dopamine cells
Πειραματική και αμφιλεγόμενη διαδικασία που περιλαμβάνει την εμφύτευση εγκεφαλικών εμβρυικών κυττάρων στον εγκέφαλου ενός ασθενή με νόσο Πάρκινσον. Στόχος είναι η ενίσχυση και αποκατάσταση την παραγωγής ντοπαμίνης με την προώθηση της ανάπτυξης νέων κυττάρων ...
long-term infusion to treat a chronic (long duration) condition
Μακροπρόθεσμη έγχυση για την θεραπεία χρόνιας (μακράς διαρκείας) πάθησης
signal that indicates the battery of the implanted device is approaching depletion and the device should be replaced
Σήμα που δείχνει ότι η μπαταρία της εμφυτευμένης συσκευής εξαντλείται και πρέπει να αντικατασταθεί
diaphragm or system of diaphragms made of an absorbing material, designed to define and restrict the dimensions and direction of a beam of radiation
Το διάφραγμα ή ένα σύστημα διαφραγμάτων που προέρχονται από ένα απορροφητικό υλικό, σχεδιασμένο να καθορίζει και να περιορίζει τις διαστάσεις και την κατεύθυνση μίας δέσμης ακτινοβολίας ...
additional length of extension that is wrapped around the perimeter of a neurostimulator
Επιπλέον μήκος επέκτασης που τυλίγεται γύρω από την περίμετρο του νευροδιεγέρτη
antenna used during the charging session to transfer telemetry and charging signals from the recharger through the skin to the neurostimulator
Κεραία που χρησιμοποιείται κατά τη διάρκεια της περιόδου φόρτισης για να μεταφέρει τηλεμετρία και σήματα φόρτισης από τον επαναφορτιστή, διαμέσου του δέρματος, στον νευροδιεγέρτη ...