Terms and text shown below represent Athena23’s contributions to TermWiki.com, a free terminology website and knowledge resource for the translation community.
cessation of proper functioning of a part of a device
Διακοπή της ορθής λειτουργίας ενός μέρους της συσκευής
residual pain that persists despite multiple spine surgeries or other interventions to reduce back and leg pain or repair neurological deficits
Υπολειπόμενος πόνος που επιμένει, παρά τις πολλαπλές επεμβάσεις στη σπονδυλική στήλη ή άλλες παρεμβάσεις για την μείωση του πόνου στην πλάτη και στα πόδια ή την επισκευή των νευρολογικών ανεπαρκειών ...
a class of drugs that allows more levodopa to cross the blood-brain barrier by blocking enzymes that break down levodopa in the peripheral bloodstream; used to treat nausea and vomiting
Κατηγορία φαρμάκων που επιτρέπει περισσότερη λεβεντόπα να διασχίσει το φράγμα αίματος- εγκεφάλου,αναστέλλοντας τα ένζυμα που την διασπούν στην περιφερική ροή αίματος. Χρησιμοποιείται για να θεραπεύσει την ναυτία και τον ...
device that can deliver two different program of stimulation
Συσκευή που μπορεί να εισάγει δύο διαφορετικά προγράμματα διέγερσης
additional length of extension that is wrapped around the perimeter of a neurostimulator
Επιπλέον μήκος επέκτασης που τυλίγεται γύρω από την περίμετρο του νευροδιεγέρτη
a pointed instrument, with an arc shape, used for stitching, ligaturing, or puncturing
Αιχμηρό όργανο με σχήμα τόξου που χρησιμοποιείται για ράμματα, περίδεση ή παρακέντηση
a lead with eight contact points used in stimulation
Μόλυβδος με οκτώ σημεία επαφής, που χρησιμοποιείται στην διέγερση
a lead with eight contact points used in stimulation placed on a paddle-shaped molded piece of silicone rubber
Αναδευτής με οκτώ σημεία επαφής που χρησιμοποιείται στην διέγερση, τοποθετημένο σε ένα κομμάτι από καουτσούκτο οποίο έχει μορφή πτερυγίου
cut apart or separate; cut tissues of the body
Αποκοπή ή διαχωρισμός. Περικοπή ιστών από το σώμα
an electrode within a band that encircles an extremity, typically an arm or leg, to hold it in place
Ένα ηλεκτρόδιο μέσα σε ένα σύνδεσμο που περιβάλλει ένα άκρο, συνήθως χέρι ή πόδι, για να το κρατήσει στην θέση του