Terms and text shown below represent Athena23’s contributions to TermWiki.com, a free terminology website and knowledge resource for the translation community.
experimental and controversial surgical procedure involving the implantation of fetal brain cells into the brain of a parkinson’s patient; goal is to enhance or restore dopamine production by spurring growth of new dopamine cells
Πειραματική και αμφιλεγόμενη διαδικασία που περιλαμβάνει την εμφύτευση εγκεφαλικών εμβρυικών κυττάρων στον εγκέφαλου ενός ασθενή με νόσο Πάρκινσον. Στόχος είναι η ενίσχυση και αποκατάσταση την παραγωγής ντοπαμίνης με την προώθηση της ανάπτυξης νέων κυττάρων ...
a class of drugs that allows more levodopa to cross the blood-brain barrier by blocking enzymes that break down levodopa in the peripheral bloodstream
Κατηγορία φαρμάκων που επιτρέπει να διασχίσει το φράγμα αίματος- εγκεφάλου περισσότερη λεβοντόπα, αναστέλλοντας τα ένζυμα που την διασπούν στην περιφερική ροή ...
current that flows to charge a capacitor or battery when voltage is applied
Ρεύμα το οποίο ρέει για την φόρτιση ενός πυκνωτή ή μπαταρίας όταν εφαρμόζεται τάση
a lead with eight contact points used in stimulation placed on a paddle-shaped molded piece of silicone rubber
Αναδευτής με οκτώ σημεία επαφής που χρησιμοποιείται στην διέγερση, τοποθετημένο σε ένα κομμάτι από καουτσούκτο οποίο έχει μορφή πτερυγίου
a pointed instrument, with an arc shape, used for stitching, ligaturing, or puncturing
Αιχμηρό όργανο με σχήμα τόξου που χρησιμοποιείται για ράμματα, περίδεση ή παρακέντηση
a class of drugs with dopamine-like action; used to treat all symptoms of parkinson’s disease except postural instability also refers to systems within the brain that contain dopamine
Κατηγορία φαρμάκων με ντοπαμινοειδή δράση. Χρησιμοποιείται για τη θεραπεία όλων των συμπτωμάτων της νόσου Πάρκινσον εκτός από την ορθοστατική αστάθεια. Αναφέρεται επίσης σε συστήματα εντός του εγκεφάλου που περιέχουν ...
additional length of extension that is wrapped around the perimeter of a neurostimulator
Επιπλέον μήκος επέκτασης που τυλίγεται γύρω από την περίμετρο του νευροδιεγέρτη
an electrode within a band that encircles an extremity, typically an arm or leg, to hold it in place
Ένα ηλεκτρόδιο μέσα σε ένα σύνδεσμο που περιβάλλει ένα άκρο, συνήθως χέρι ή πόδι, για να το κρατήσει στην θέση του
individual is unresponsive to drug, lack of therapeutic effect
Όταν το άτομο δεν ανταποκρίνεται στο φάρμακο, υπάρχει έλλειψη θεραπευτικού αποτελέσματος
a permanently mounted female electrical fitting that contains the live parts of the circuit
Ένα μόνιμα συνδεδεμένο θηλυκό ηλεκτρικό εξάρτημα που περιέχει τα ζωντανά μέρη του κυκλώματος