Terms and text shown below represent Athena23’s contributions to TermWiki.com, a free terminology website and knowledge resource for the translation community.
cut apart or separate; cut tissues of the body
Αποκοπή ή διαχωρισμός. Περικοπή ιστών από το σώμα
the application of an electromotive potential in order to evoke an electrochemical (nervous) response
Η εφαρμογή ενός ηλεκτροκινητικού δυναμικού έτσι ώστε να ανακαλεστεί μία ηλεκτροχημική (νευρική) απόκριση
a pointed instrument, with an arc shape, used for stitching, ligaturing, or puncturing
Αιχμηρό όργανο με σχήμα τόξου που χρησιμοποιείται για ράμματα, περίδεση ή παρακέντηση
indicates imminent termination of therapy the critical alarm event is accompanied by an audible, 3-second, dual-tone alarm sound from the pump
Υποδεικνύει την επικείμενη διακοπή της θεραπείας. Συνοδεύεται από ένα ηχητικό συναγερμό τριών δευτερολέπτων, και διπλού τόνου συναγερμό από την ...
residual pain that persists despite multiple spine surgeries or other interventions to reduce back and leg pain or repair neurological deficits
Υπολειπόμενος πόνος που επιμένει, παρά τις πολλαπλές επεμβάσεις στη σπονδυλική στήλη ή άλλες παρεμβάσεις για την μείωση του πόνου στην πλάτη και στα πόδια ή την επισκευή των νευρολογικών ανεπαρκειών ...
a permanently mounted female electrical fitting that contains the live parts of the circuit
Ένα μόνιμα συνδεδεμένο θηλυκό ηλεκτρικό εξάρτημα που περιέχει τα ζωντανά μέρη του κυκλώματος
an electrode within a band that encircles an extremity, typically an arm or leg, to hold it in place
Ένα ηλεκτρόδιο μέσα σε ένα σύνδεσμο που περιβάλλει ένα άκρο, συνήθως χέρι ή πόδι, για να το κρατήσει στην θέση του
additional length of extension that is wrapped around the perimeter of a neurostimulator
Επιπλέον μήκος επέκτασης που τυλίγεται γύρω από την περίμετρο του νευροδιεγέρτη
the electric charge per unit area or per unit volume of a body or of a region of space
Το ηλεκτρικό φορτίο ανά μονάδα επιφάνειας ή ανά μονάδα όγκου ενός σώματος ή μίας περιοχής του χώρου
any number, letter, or other symbol entered in a data entry field
Κάθε αριθμός,γράμμα ή σύμβολο που εγγράφεται στο πεδίο εισαγωγής δεδομένων